ML: Ποια είναι η κατάσταση της πρωτοβουλίας σήμερα; Ποια είναι τα κριτήρια για να ενταχθεί μια εταιρεία σε αυτήν;
Κωσταντίνος Σεπετάς: Η πρωτοβουλία ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ μας, με προσεκτικά και σταθερά βήματα, αυξάνει καθημερινά τη δυναμική της προσελκύοντας ολοένα και περισσότερα μέλη κάτω από την ομπρέλα της. Με 50 μέλη πλέον, έχουμε τη χαρά να έχουμε ενώσει δυνάμεις με αρκετές από τις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες ελληνικές επιχειρήσεις της χώρας για να κάνουμε τη φωνή μας πιο δυνατή και να στηρίξουμε, μέσα από ουσιαστικές δράσεις, την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας μέσα από τη δημιουργία ενός βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου και ενός φιλικού προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλοντος.
Για να ενταχθεί μια επιχείρηση ως μέλος στο ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ, βέβαια, πρέπει να πληροί ορισμένα κριτήρια. Βασική προϋπόθεση είναι να έχει παραγωγική ή μεταποιητική δραστηριότητα και να διατηρεί το τρίπτυχο «έδρα, παραγωγή και ιδιοκτησία» στην Ελλάδα. Η επιχείρηση πρέπει να περάσει επιτυχώς τη διαδικασία ελέγχου από τη μεγαλύτερη ελληνική εταιρεία ελέγχων και πιστοποιήσεων, τη EUROCERT, η οποία προσφέρει την έγκριτη πιστοποίηση ελληνικότητας στην επιχείρηση και τη δυνατότητα να φέρει στην επικοινωνία και τα προϊόντα της το σήμα αναγνωρισιμότητας ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ.
Με την πιστοποίηση αυτή, θέλουμε να συμβάλλουμε στην ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικής ανάπτυξης διασφαλίζοντας παράλληλα, μέσα από τον αξιόπιστο έλεγχο, ότι κάθε εταιρεία-μέλος πληροί συγκεκριμένα και μετρήσιμα κριτήρια που σφραγίζουν την ελληνική της ταυτότητα.
ML: Ποια είναι τα βασικά εμπόδια που συναντά η πρωτοβουλία; Ποιες θεωρείτε ως σημαντικότερες επιτυχίες της;
ΑΠ: Η πρωτοβουλία έχει λάβει θετική ανταπόκριση από τις επιχειρήσεις και το κοινό, η οποία επιβεβαιώνει την απόλυτη πεποίθησή μας στην αποστολή ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ. Σε μια οικονομία, ωστόσο, στην οποία για δεκαετίες επικρατούσε η φιλοσοφία ότι το εισαγόμενο είναι ποιοτικά καλύτερο, είναι δύσκολο να αλλάξεις εδραιωμένες αντιλήψεις. Η κρίση σίγουρα ενίσχυσε αρκετά δύο τάσεις που σταδιακά είχαν ξεκινήσει.
Από τη μια πλευρά, να γίνουν οι καταναλωτές πιο δεκτικοί στο να δοκιμάσουν ελληνικής παραγωγής προϊόντα. Και από την άλλη, οι επιχειρήσεις, αντιμέτωπες με μια συνεχώς συρρικνούμενη αγορά, αλλά και με το βλέμμα στις εξαγωγές, να επενδύσουν περισσότερο στην ανάπτυξη του branding, τη βελτιστοποίηση της αναλογίας ποιότητας/τιμής και τη δημιουργία διαφοροποιημένων προϊοντικών προτάσεων.
Συνεπώς, η συγκυρία είναι καλή για να πείσουμε το αγοραστικό κοινό να προτιμήσει τα ελληνικά προϊόντα, εκείνα τα οποία πράγματι ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους, ώστε να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τα ελληνικά brands. Η αλήθεια είναι, όμως, πως είναι ακόμη νωρίς να μιλάμε για επιτυχίες. Απαιτείται μεγάλη προσπάθεια, σε βάθος χρόνου. Σίγουρα οι προσπάθειες που γίνονται για στροφή της ζήτησης σε ελληνικά προϊόντα είναι ένα πολύ θετικό βήμα.
Όπως, άλλωστε, και η συστέγαση τόσων επιχειρήσεων σε μια κοινή προσπάθεια, εταιρείες που σε πολλές περιπτώσεις παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα μεταξύ τους, είναι σημαντική. Για να μιλήσουμε για πραγματικές επιτυχίες, όμως, θα πρέπει να κατορθώσουμε να διορθώσουμε και πολλούς δομικούς παράγοντες που αποτελούν τροχοπέδη αυτήν τη στιγμή για την ανάπτυξη της ελληνικής επιχειρηματικότητας και σήμερα απειλούν τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων.