Οι ευθύνες της πολιτείας
Μεγάλες ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση της κτηματαγοράς, επιρρίπτουν οι ειδικοί και στην πολιτεία, χωρίς να υποτιμούν βέβαια τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης αλλά και των παθογενειών του ίδιου του κλάδου (υπερπροσφορά ακινήτων, υψηλές τιμές πώλησης και ενοικίασης κ.ά.). Όπως εξηγούν, «η φοροεπιδρομή στα ακίνητα στο πλαίσιο της αύξησης των εσόδων του κράτους -και μάλιστα τη στιγμή που η ανεργία εκτινάχθηκε και οι μισθοί συνεχώς περικόπτονταν- δημιούργησε συνθήκες ασφυξίας στην ήδη ασθμαίνουσα αγορά». Υπερθεματίζουν δε σημειώνοντας ότι η πολιτεία, αν και γνώριζε τον σημαντικό ρόλο της κτηματαγοράς στην οικονομία, και ιδίως τον μεγάλο αριθμό των απασχολουμένων σ’ αυτήν, ουσιαστικά εφάρμοσε πολιτικές που την έπλητταν ακόμη περισσότερο. «Η επιβολή του συμπληρωματικού φόρου (ΦΑΠ) και του ΕΝΦΙΑ, και μάλιστα με βάση αντικειμενικές αξίες πολύ υψηλότερες από τις πραγματικές, ουσιαστικά χτύπησε το ελληνικό νοικοκυριό στη βάση του, την οικογενειακή κατοικία», σημειώνουν και εξηγούν: «Η επιβάρυνση της ιδιοκτησίας είναι τέτοια που αναρωτιέται κάποιος με στοιχειώδη ορθολογισμό αν έχει κίνητρο και ενδιαφέρον να επενδύσει σε ακίνητο, καθώς οι ιδιοκτήτες αισθάνονται είτε ότι η ακίνητη περιουσία τους έχει δημευθεί είτε ότι το κράτος έχει μπει συνιδιοκτήτης».
Στην έρευνα, μάλιστα, ο ΕΝΦΙΑ παραλληλίζεται με τον κεφαλικό φόρο (poll tax) που η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε επιβάλει πρώτα στη Σκοτία και το 1990 θα ίσχυε και στην Αγγλία και την Ουαλία. Υπενθυμίζεται ότι ο κεφαλικός φόρος της Θάτσερ προκάλεσε τόσο μεγάλες αντιδράσεις που οδήγησαν, τον Νοέμβριο του 1990, στην παραίτησή της από την πρωθυπουργία. Με άλλα λόγια, αυτός ο κεφαλικός φόρος αποτέλεσε και την τελευταία πράξη της πολιτικής της. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στην έρευνα, ο ιστορικός του μέλλοντος θα είναι σε θέση να κρίνει αν ο «κεφαλικός φόρος» – ΕΝΦΙΑ ενίσχυσε την οργή των Ελλήνων πολιτών και στην αλλαγή κυβέρνησης.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ειδικοί αποτιμούν -αρχικά- θετικά τις εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης ότι ο ΕΝΦΙΑ θα αντικατασταθεί από έναν νέο φόρο στη «μεγάλη ακίνητη περιουσία». Επισημαίνουν, ωστόσο, ότι χρειάζεται προσοχή στην εξειδίκευση της «μεγάλης ακίνητης περιουσίας». Όπως εξηγούν, «Ό,τι και να συμβεί, ο συνδυασμός των προβλημάτων της ανεργίας και της φοροεπιδρομής στα ακίνητα, καθιστούν πολύ δύσκολη την άμεση αναστροφή της κατάστασης στην κτηματαγορά. Θα χρειαστούν συντονισμένες πολιτικές ενέργειες και προσεκτικές εκτιμήσεις για να γίνει πάλι η αγορά ακινήτων μοχλός ανάπτυξης».