ML: Πώς µπορεί να «χρησιµοποιηθεί» ο µεγάλος αριθµός τουριστών στην Ελλάδα για τη διάδοση των ελληνικών προϊόντων;
SD: Η γαστρονοµία µπορεί να συµβάλει στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισµού, τόσο ως βασικό χαρακτηριστικό της τουριστικής εµπειρίας όσο και ως παράγοντας προστιθέµενης αξίας σε πολλά δηµοφιλή προϊόντα. Κεφαλαιοποιώντας τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήµατα της ελληνικής κουζίνας και της µεσογειακής διατροφής, τα ελληνικά προϊόντα µπορούν να προσελκύσουν νέα τµήµατα της αγοράς µε την ανάδειξη της διαφορετικότητάς τους. Ο στόχος είναι να προσφέρουν στον ταξιδιώτη µια αυθεντική εµπειρία -και η γαστρονοµία παίζει σηµαντικό ρόλο σε αυτό. Οι Ευρωπαίοι καταναλωτές ενδιαφέρονται πολύ για γαστρονοµικές εµπειρίες που έρχονται µε τη γνώση µια ξένης κουλτούρας και πολιτισµού. Ως εκ τούτου, είναι λογικό να συνδεθεί η ελληνική κουζίνα µε την πολιτιστική παράδοση και την κληρονοµιά της χώρας. Αυτό βέβαια είναι ένα φαινόµενο γνωστό και από άλλα επιτυχηµένα παραδείγµατα, όπως η Ιρλανδία, η Καταλονία και το Τορίνο. Πάντα αξίζει η συνεργασία µε οποιονδήποτε αντιπροσωπεύει κατά κάποιον τρόπο τη χώρα στις τουριστικές υπηρεσίες, τον Ελληνικό Οργανισµό Τουρισµού για παράδειγµα ή αντίστοιχους περιφερειακούς οργανισµούς. Μπορεί επίσης να υπάρχουν ενδιαφέρουσες ευκαιρίες για συνέργειες αν υπάρχει σταθερή ροή ειδήσεων προς τους δηµοσιογράφους και αν διοργανώνονται δηµοσιογραφικές αποστολές σε τακτική βάση. Ενδιαφέρουσες είναι και οι συνεργασίες µε αεροπορικές εταιρείες, καθώς θα µπορούσαν να περιλάβουν κάποια ελληνικά προϊόντα στο µενού τους.
Ως επικοινωνιολόγοι, εξετάζουµε συστηµατικά και συνεργαζόµαστε µε ταξιδιωτικά περιοδικά. Έτσι, όποτε προγραµµατίζεται σε κάποιο απ’ αυτά σχετικό θέµα µε την Ελλάδα, θα προσπαθούµε να ενσωµατώσουµε σ’ αυτό τα προϊόντα της Simply Hellas. Στην επικοινωνία µας και τη συνεργασία µας µε τον Τύπο, επιχειρούµε να προβάλλουµε θετικούς συσχετισµούς µε τα προϊόντα χωρίς να καταφεύγουµε στη γραφικότητα ή στο υπερβολικό συναίσθηµα. Πολλοί άνθρωποι συνδέουν την Ελλάδα µε την πεντακάθαρη θάλασσα (άρα και µε τα φρέσκα ψάρια), µε τη φιλοξενία (άρα και µε το κρασί και µικρά πιάτα µε ζυµαρικά και µαριναρισµένα φαγητά) και µε την υγεία (άρα µε λαχανικά και σιτηρά χωρίς χηµικά). Θα πρέπει οπωσδήποτε να χρησιµοποιηθούν αυτές οι θετικές συνδέσεις.
Προσωπικά, έχω µια ξεχωριστή ανάµνηση από τότε που επισκέφθηκα την Αθήνα παιδί µε τους γονείς µου. Ένα πρωί κατεβήκαµε στον κήπο που ήταν γεµάτος πορτοκαλιές. Έκοψα ένα -ειλικρινά αυτό, σε µένα, ένα κορίτσι από τη Γερµανία, φαινόταν απίστευτα εξωτικό. Και τα πορτοκάλια αυτά ήταν πολύ ζουµερά, ώριµα και απίστευτα γλυκά, αυτά ήταν τα καλύτερα πορτοκάλια της ζωής µου. Να, λοιπόν, πώς µπορεί κάποιος έµπορος φρούτων να µου πουλήσει τα ελληνικά προϊόντα: από εκείνη τη µέρα και µετά, πιστεύω ότι δεν υπάρχουν καλύτερα πορτοκάλια!
Αλλά για να αφήσουµε τις πορτοκαλιές, η Ελλάδα έχει εκατοµµύρια ελαιόδεντρα. Θα µπορούσε κανείς να φανταστεί εύκολα µια εκστρατεία του τύπου «υιοθετήστε µια ελιά» που να απευθύνεται σε όλα αυτά τα εκατοµµύρια των τουριστών που έρχονται στην Ελλάδα. Θα έχουν την ευκαιρία να επισκεφθούν τη χώρα όχι µόνο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αλλά 2-3 φορές τον χρόνο, για να δουν και να φροντίσουν το αγαπηµένο τους δέντρο και να συµµετάσχουν στην παραγωγή του δικού τους λαδιού κ.ά.
Σε γενικές γραµµές, θα µπορούσαµε να πούµε ότι κατά τη διάρκεια µιας οικονοµικά δύσκολης εποχής όπως αυτή, είναι ακόµη πιο σηµαντικό το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι διατεθειµένη να αναλάβει ένα νέο ρόλο στη διεθνή αγορά εξάγοντας υψηλού επιπέδου προϊόντα, µε ισχυρή ιστορική και πολιτιστική σφραγίδα. Ο ΕΟΤ, οι ενώσεις εξαγωγέων, οι περιφέρειες, τα επιµελητήρια και οµάδες παραγωγών µπορούν να διαδραµατίσουν πολύ θετικό ρόλο σ’ αυτό και πραγµατικά ελπίζουµε να τους συνδράµουµε.